Categories
Uncategorized

Σκέψεις για τη φιλοξενία των μεταναστών και μεταναστριών

Λάβαμε και δημοσιεύουμε μεταφρασμένο το παρακάτω κείμενο:

Σκέψεις για τη φιλοξενία των μεταναστών και μεταναστριών

Είμαστε αντιμέτωποι με τη μαζική άφιξη πληθυσμών που διαφεύγουν από την καθημερινή φρίκη του πολέμου και των μαφιόζικων διενέξεων που συντηρούνται παντού από τη γεωπολιτική των πολυεθνικών επιχειρήσεων. Το φαινόμενο των κυμάτων μετανάστευσης αποτελεί στην πραγματικότητα μέρος της πολιτικής του χάους που υπαγορεύουν οι επιταγές του χρηματιστηριακού καπιταλισμού, ο οποίος αποικίζει και καταστρέφει τον πλανήτη για να αντλήσει βραχυπρόθεσμα κέρδη. Πρόκειται για μια ξεκάθαρη αλήθεια που προβάλει μπροστά στα μάτια όλων. Δεν αρκεί όμως να κατανοήσουμε τους μηχανισμούς μιας πραγματικότητας προκειμένου να την αντιμετωπίσουμε και να θεραπεύσουμε τις θλιβερές συνέπειές της.

Η έκτακτη ανάγκη, με την οποία βρίσκονται αντιμέτωπες οι κεντρικές και περιφερειακές εξουσίες, μας καλεί κατ’ αρχήν να βρούμε και να διαχειριστούμε άμεσα δομές υποδοχής. Όμως, αργά ή γρήγορα, αυτή η λύση κινδυνεύει να πάψει να είναι λύση, καθώς θέτει το ζήτημα της φιλοξενίας με σαφώς φιλανθρωπικούς όρους. Υποδεχόμαστε τους πρόσφυγες με όμορφα λόγια που πολύ σύντομα διαρρηγνύονται από την υποκρισία της κρατικής εξουσίας την οποία υπερβαίνουν οι αριθμοί και η έλλειψη οργάνωσης. Δεν αργεί έτσι να αυξηθεί η επιφυλακτικότητα των «αυτοχθόνων», η οποία, με τη σειρά της, δεν αργεί να εκθρέψει αντιδράσεις όπως η άρνηση, ο αποκλεισμός, το μίσος (όπως συμβαίνει και με τους φίλους που φιλοξενεί κανείς στο σπίτι του των οποίων η διάρκεια παραμονής υπερβαίνει το «όριο φιλοξενίας»).

Πώς θα μπορούσε να είναι διαφορετικά; Η αυξανόμενη φτωχοποίηση έχει δημιουργήσει μια «αγορά της ελεημοσύνης» από την οποία γνωρίζουν πώς να αποκομίζουν κέρδη τα πελατειακά συστήματα αριστεράς και δεξιάς. Και αγορά σημαίνει ανταγωνισμός. Υπήρχε ήδη το επιχείρημα πως «οι άνεργοι κερδίζουν περισσότερα μην κάνοντας τίποτα από εμένα που δουλεύω» ή ακόμη «γιατί να βοηθήσουμε τους ξένους και όχι τους δικούς μας;». Τη συντήρηση της μνησικακίας και την αξιοποίησή της για εκλογικούς σκοπούς εμπορεύεται πλήρως η άκρα ή μετριοπαθής δεξιά. Αλλά και στην «αριστερά» κυριαρχεί η ανθρωπιστική υποκρισία. Η αλληλεγγύη που δεν βρίσκει τα μέσα για να ασκηθεί δεν κάνει τίποτα άλλο από το να ρίχνει νερό στο μύλο του εγωιστικού συμφέροντος το οποίο χαρακτηρίζει την αρπακτική συμπεριφορά και τον επιχειρηματισμό που δεσπόζουν σε όλα τα επίπεδα της κοινωνίας. Η ελεήμων πολιτική της παθητικής φιλοξενίας προκαλεί αντιδράσεις που φθάνουν έως τον κτηνώδη φόβο, το μίσος, τον αποκλεισμό, την αναδίπλωση σε μια ταυτότητα (θρησκευτική, εθνική, τοπικιστική), υποδαυλίζει τη μνησικακία του φτωχού μπροστά στον φτωχότερο.

Πώς μπορούμε να απαλλαγούμε από την ελεημοσύνη και την παθητική φιλοξενία; Ας αρχίσουμε με το να μην βλέπουμε τους εκτοπισμένους σαν ένα κοπάδι κυνηγημένο από την καταστροφή του περιβάλλοντος και της ίδιας της ύπαρξής του. Πρόκειται, φυσικά, για άντρες, γυναίκες, παιδιά που έχουν χάσει τα πάντα. Όμως, είναι επίσης άτομα έτοιμα να ξεκινήσουν ξανά να υπάρχουν, άνθρωποι που καταφθάνουν με τις δεξιότητές τους, τις γνώσεις τους, τις επιθυμίες τους για τη ζωή.
Οι καλόβουλοι μιλούν για ένταξη. Να τους εντάξουν σε τι; Στους μηχανισμούς των διεφθαρμένων δημοκρατιών μας, σε δημοκρατικές αξίες που υπακούν στους νόμους του χρήματος και της κατανάλωσης; Αν δεσμευόμαστε σε μια δημοκρατία, σίγουρα δεν είναι αυτή, είναι η δημοκρατία που αναγεννιέται μέσα από την μαθητεία μιας ζωής όπου η ευτυχία του καθενός είναι αδιαχώριστη από την ευτυχία όλων. Είμαστε και εμείς θηράματα ενός πολέμου, λιγότερου βίαιου αλλά περισσότερο ύπουλου, που καταστρέφει τα κοινωνικά κεκτημένα και τις προσδοκίες μας για έναν κόσμο «πιο φιλόξενο».

Το να βασιστούμε στην αδελφοσύνη και τη δημιουργικότητα των απόκληρων είναι ένα κοινωνικό πρόταγμα. Είναι ο μόνος τρόπος για να ξεριζώσουμε από τα θεμέλια (και όχι με όμορφα λόγια) τον εξοστρακισμό, την ταυτοτική αναδίπλωση, τους πολύχρωμους ρατσισμούς, κινούμενοι αντίθετα στο ρεύμα του εγωισμού όσων φαντασιώνονται ακόμη ότι είναι εύποροι. Η δημιουργία συνθηκών ζωής όπου ο καθένας θα αισθάνεται ότι συμπεριλαμβάνεται δεν έχει καμία σχέση με τη συσσώρευση από ετικέτες και γεωγραφικές ταυτοποιήσεις. Το μοναδικό πράγμα που έχει αξία είναι ο άνθρωπος.

Η εμπειρία των ελευθεριακών συλλογικοτήτων στην Ελλάδα μου φαίνεται υποδειγματική στην προκειμένη περίπτωση. Σε πολλές πόλεις έχει δημιουργηθεί μια βάση ικανή να παρέχει στους μετανάστες, στους άστεγους, στους άνεργους, στους αποκλεισμένους από μια εμπορευματική κοινωνία κάτι παραπάνω από μια απλή δομή φιλοξενίας, ένα καταφύγιο από τη σκληρότητα της εποχής. Υπάρχουν εκεί οι συνθήκες που απαιτούνται για τη λειτουργία ενός κέντρου μαθητείας όπου οι δεξιότητες του καθενός θα μπορούν να εκδηλωθούν ελεύθερα.

Σκέφτομαι δύο γνωστά παραδείγματα (αναμφίβολα υπάρχουν κι άλλα). Το Πανεπιστήμιο της Γης στο Σαν Κριστόμπαλ της Τσιάπας, στο Μεξικό, και το Πανεπιστήμιο των Ξυπόλυτων στο Ρατζαστάν, στην Ινδία. Είναι επίσης ευκαιρία για την εξάπλωση των μικρών ζαπατιστικών σχολείων. Ο καθένας και η καθεμία που κατέχει μια γνώση σ’ έναν ιδιαίτερο τομέα θα έχει έτσι την ευκαιρία να την διδάξει, αναμένοντας μόνο ένα πράγμα από τους «μαθητές» του: να διδάξουν με τη σειρά τους τη γνώση που έχουν αποκτήσει.
Η συλλογική διδασκαλία, οι κήποι που καλλιεργούνται συλλογικά, τα εργαστήρια επιστημονικής, καλλιτεχνικής, λογοτεχνικής δημιουργίας, η παραγωγή απαραίτητων αγαθών, συνιστούν τους πρακτικούς όρους μιας αλληλεγγύης για την καλύτερη ζωή όλων μας, τη μόνη που μπορεί να θέσει τέλος στην καταναλωτική βλαπτικότητα, στους θρησκευτικούς διαχωρισμούς, στις εθνικές και κοινοτικές συγκρούσεις.

Σε μια εποχή όπου το κράτος, όποιο πολιτικό χρώμα κι αν καμώνεται πως έχει, δεν είναι παρά ένα εργαλείο τραπεζικών και επιχειρηματικών μαφιών, να υπενθυμίσουμε στον παράλογο κόσμο του κέρδους και της απώλειας ότι μπορεί τα πάντα να πωλούνται, όχι όμως ο άνθρωπος.

Αλληλεγγύη χωρίς σύνορα
Raoul Vaneigem

Categories
Αλληλεγγύη Κείμενα Μετανάστες

Απέναντι στη βαρβαρότητα, αλληλεγγύη

Εξουσιαστές, ρατσιστές, εκμεταλλευτές, έμποροι του θανάτου άντε πνιγείτε!

Ήταν ζήτημα χρόνου και μεθόδευσης: από τον εορταστικά στολισμένο σταθμό του Μονάχου που υποδεχόταν το προηγούμενο καλοκαίρι τους πρόσφυγες με το σύνθημα «Καλώς ήρθατε», η «πολιτισμένη» Ευρώπη της ολιγαρχίας, του νεοφιλελευθερισμού, της οικονομικής δικτατορίας και των απο-φασιστικών γραφειοκρατών αποκαλύπτει σταδιακά το πραγματικό της πρόσωπο. Ο μεγαλόστομος «ανθρωπισμός» και η θανατηφόρα υποκρισία της πνίγονται στα καθημερινά ναυάγια στο Αιγαίο, στα λασπόνερα της Μόριας στη Λέσβο, στα παγωμένα αντίσκηνα στις Βρυξέλλες, στους αγκαθωτούς φράχτες των «εσωτερικών» συνόρων που ανοιγοκλείνουν υπό τα κλομπ των μπάτσων, στις παρελάσεις των φασιστών σε ευρωπαϊκές μεγαλουπόλεις, στους βομβαρδισμούς των ευρωπαϊκών «μεγάλων δυνάμεων» σε εμπόλεμες χώρες.

Ο σκληρός πυρήνας της Ε.Ε αποσκοπεί να κρατήσει μακριά από την ευρωπαϊκή ψευδοευδαιμονία τους «παρείσακτους» και να κατασκευάσει βαλκανικά ή κεντροευρωπαϊκά «γκέτο». Διακρίνει κυνηγημένους ανθρώπους σε «επιλέξιμους πρόσφυγες» και «απελάσιμους οικονομικούς μετανάστες», με σαφώς κοινωνικά-ταξικά κριτήρια επαγγελματικής ικανότητας, μορφωτικού επιπέδου και θρησκεύματος. Στρατιωτικοποιεί τα σύνορα στη Μεσόγειο και ενισχύει την χωροφυλακή της Frontex. Εγκλωβίζει δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους στα κατά τόπους σύνορα. Δημιουργεί «σημεία διαλογής»-προσωρινά στρατόπεδα συγκέντρωσης (hot spots) διωκόμενων από τους πολέμους και τη φτώχεια της Αφρικής και της Ασίας και ανακηρύσσει περιοχές σε «ζώνες τράνζιτ» για τους πρόσφυγες, φυλακές υποχρεωτικής παραμονής δηλαδή. Μ’ ένα λόγο, τελειοποιεί την περίφραξη και την απώθηση από ένα φρούριο που χωράει μόνο όσους κρίνει κατάλληλους προς εκμετάλλευση. Ή μήπως δεν «αντέχει» να τους θρέψει, όταν κάθε Eυρωπαίος πετάει κατά μέσο όρο 250-300 κιλά τρόφιμα το χρόνο; Την ίδια στιγμή που τα δύο ευρώ ημερησίως, με τα οποία επιδοτεί τα βοοειδή, είναι το κατά κεφαλήν εισόδημα της συντριπτικής πλειοψηφίας των χώρων του «τρίτου» κόσμου. Καπιταλισμός: ένα παρασιτικό σύστημα που συντηρείται και ευημερεί καταστρέφοντας την συλλογική κοινωνική ζωή, μετατρέποντας τα πάντα σε εμπόρευμα και αναζητώντας διαρκώς νέους τρόπους εκμετάλλευσης.

Ένας νεοφιλελεύθερος «αντιρατσισμός» που παζαρεύει ποσοστώσεις ζωής και θανάτου, ένα κοινωνικό και ταξικό ξεσκαρτάρισμα «περισσευούμενων» ανθρώπων: ο ευπρόσδεκτος «μορφωμένος» Σύρος και ο ανεπιθύμητος «ανειδίκευτος» Αφγανός ή Πακιστανός, ο «πολιτισμένος χριστιανός» και ο «επικίνδυνος μουσουλμάνος». Ζωές αβίωτες, στα χέρια μιας πολιτικής, οικονομικής και στρατιωτικής ευρωπαϊκής ελίτ που έρχεται να «διαχειριστεί» τη βαρβαρότητα και την εκμετάλλευση που η ίδια δημιουργεί με τους πολέμους που διεξάγει στο Ιράκ, στο Αφγανιστάν, στη Συρία. Με τις πωλήσεις όπλων που διασφαλίζουν τα πετρελαϊκά της συμφέροντα. Με τη στήριξη ολοκληρωτικών καθεστώτων, πολυεθνικών, στρατιωτικών και θρησκευτικών μαφιών. Με την υποδαύλιση εμφυλίων και καταστροφικών συγκρούσεων. Με την κοστολόγηση -εκτός από τους μισθούς, τις συντάξεις και τα μνημόνια-, της ζωής και του θανάτου κατατρεγμένων ανθρώπων. Με τις προαποφασισμένες δολοφονίες-πνιγμούς στους «υγρούς τάφους» των ευρωπαϊκών θαλασσών και τις μαρτυρικές δοκιμασίες στα παγωμένα βουνά.

Η εύκολη «καταγγελία» της ακροδεξιάς Ουγγαρίας που υψώνει φράχτες και στήνει δικαστήρια σε τροχόσπιτα στα σύνορά της, καταδικάζοντας ανθρώπους που «μπαίνουν παράνομα στη χώρα», και η «δημοκρατική» ρητορική περί «δικαιωμάτων» επιχειρούν να κρύψουν την πραγματικότητα: τη βαρβαρότητα των κρατών που αποφασίζουν ποιοι θα ζήσουν και ποιοι θα πεθάνουν, είτε μέσα στις χώρες τους είτε στα σύνορα με την «αναπτυγμένη Δύση», είτε στις διαδρομές της απελπισίας και της εκμετάλλευσης μέσα σε βάρκες, σε φορτηγά, με τα πόδια. Για να βρεθούν τελικά αντιμέτωποι, αν επιβιώσουν, με την ξενοφοβική φρενίτιδα που έχει αρχίσει να εκδηλώνεται μαζικά με διαδηλώσεις, επιθέσεις και εμπρησμούς εναντίον κέντρων υποδοχής μεταναστών στη Γερμανία, στη Σουηδία, στην Ολλανδία, στη Τσεχία και την ταυτόχρονη άνοδο ακροδεξιών, εθνικιστικών και ισλαμοφοβικών κομμάτων και οργανώσεων.

Υποκρισία, περίφραξη και κοινωνικός δαρβινισμός

Καμία αλλαγή για την διασφάλιση διαδρόμων ελεύθερης διέλευσης και ασφαλούς εισόδου των μεταναστών/τριών στα ευρωπαϊκά σύνορα δεν παρουσιάζει η πολιτική της Ε.Ε, αντιθέτως διαρκώς αναβαθμίζεται η Ευρώπη-φρούριο, ολοένα και περισσότεροι φράχτες υψώνονται στο εσωτερικό της. Η Ελλάδα, λειτουργώντας ως εμπροσθοφυλακή της Ε.Ε, ονομάζει τους διακινητές δουλέμπορους – λες και μεταφέρουν δούλους –, ενώ αφήνει μισάνοιχτα τα θαλάσσια περάσματα, προκαλώντας καθημερινές τραγωδίες και ενισχύοντας επί της ουσίας τα παράνομα κυκλώματα διακίνησης. Επιπλέον, η δημιουργία των hot spots θα πολλαπλασιάσει τον αριθμό των πολύνεκρων ναυαγίων στη Μεσόγειο και το Αιγαίο, όπως ακριβώς συνέβη και με το τείχος, αφού το ταξίδι προς την Ευρώπη θα γίνεται όλο και πιο επικίνδυνο. Γιατί κανένα μέτρο καταστολής δεν μπορεί να αποτρέψει την προσπάθεια απελπισμένων ανθρώπων να διαφύγουν από τη φρίκη του πολέμου και της φτώχειας.

Οι φράχτες στα σύνορα άλλων χωρών αποδοκιμάζονται αλλά αυτός του Έβρου παραμένει. Τα χαρακτηριστικά της «εμπόλεμης κατάστασης» και της «έκτακτης ανάγκης» διατηρούνται ακέραια, όπου μπορεί η ακροδεξιά ρητορεία να έχει υποχωρήσει προσωρινά, τη θέση της όμως έχει πάρει ένας γενικευμένος λόγος περί «κακόμοιρων προσφύγων» και «παράτυπων μεταναστών», πράγμα που εξυπηρετεί τον διαφαινόμενο ελληνικό και ευρωπαϊκό προσανατολισμό. Η Ελλάδα-στρατόπεδο συγκέντρωσης του πρόσφατου παρελθόντος προβάλλεται τώρα ως «κοιτίδα φιλανθρωπίας και αλληλεγγύης». Και, ω του θαύματος, μη κυβερνητικές οργανώσεις, παγκόσμιοι ανθρωπιστικοί οργανισμοί και μέσα ενημέρωσης ανακαλύπτουν «ανθρώπους» που μέχρι τώρα ήταν αόρατοι, κυνηγημένοι ή ανεπιθύμητοι «λαθρομετανάστες».

Κυνισμός και υποκρισία. Όταν οι Έλληνες σε ποσοστό 63% απαντούν ότι η χώρα δεν θα πρέπει να δεχτεί μονιμότερη εγκατάσταση προσφύγων στην Ελλάδα. Τους συμπονούμε, αλλά μακριά από εμάς. Μακριά από τη χώρα, μακριά από τις θάλασσες, μακριά από τις πλατείες, μακριά από τις γειτονιές, μακριά από τους δημόσιους χώρους. Ακόμη και μακριά από τα νεκροταφεία μας, που δεν χωράνε τους πεθαμένους, όπως οι πόλεις μας δεν χωράνε τους ζωντανούς. Και μπορεί τα τάγματα εφόδου της χρυσής αυγής να έχουν σ’ ένα βαθμό αποσυρθεί από τους δρόμους, τα εκλογικά ποσοστά της όμως έχουν παγιωθεί, ο φασισμός της έχει ριζώσει στην ελληνική κοινωνία. Αυτά τα ποσοστά βέβαια, υπήρχαν πάντα στην Ελλάδα, είτε ενσωματωμένα στη δεξιά παράταξη, είτε διάσπαρτα σε άλλα κόμματα. Παρόλο που ο αρχηγός τους ανέλαβε την «πολιτική ευθύνη» για τις δολοφονίες, δηλώνοντας έτσι ότι το κόμμα του είναι εγκληματική οργάνωση και κλείνοντας το μάτι στους ιδεολόγους ναζιστές, οι ψηφοφόροι δεν πτοήθηκαν. Η δίκη περνάει σχεδόν απαρατήρητη, με προσχηματικές καθυστερήσεις, και η αρχηγική κλίκα κυκλοφορεί ελεύθερη, ενώ στελέχη και συνοδοιπόροι αναδιοργανώνονται προκειμένου να σώσουν το τομάρι τους και να επανεμφανιστούν με νέο προσωπείο, οι ίδιοι που μέχρι πρότινος δήλωναν: «Δεν θα μείνει τίποτα όρθιο. Τίποτα! Ό,τι κινείται, σφάζεται».

Παράλληλα, οι φίλοι τους ακροδεξιοί οπλισμένοι μασκοφόροι, με στολή ή όχι, ακινητοποιούν, απωθούν ή καταστρέφουν βάρκες μεταναστών στα νησιά (μόνο τους τελευταίους μήνες έχουν καταγραφεί οκτώ ανάλογα περιστατικά) ή απελαύνουν παράνομα μαζικά μετανάστες στα ελληνοτουρκικά σύνορα στον Έβρο.

Ο φασισμός ή ο ρατσισμός έχει πολλές εκφράσεις. Υπάρχει στους δρόμους και στο ίντερνετ, κάποιες φορές είναι ηχηρός, άλλες ανείπωτος. Άλλοτε σωπαίνει μπροστά στην πείνα του μετανάστη στην πλατεία Βικτωρίας, άλλοτε στήνει ψευτοεπιτροπές κατοίκων που βρωμάνε μισαλλοδοξία, άλλοτε αδιαφορεί για την εξαθλίωση στους προσωρινούς χώρους παραμονής και διέλευσης ή κλείνει τα μάτια για τους θανάτους στα σύνορα. Προέρχεται από κάθε τάξη και κάθε κομμάτι της κοινωνίας. Και επιδιώκει πάντοτε την «εσωτερική εκκαθάριση» από τον κοινό εχθρό και την «εξωτερική επέκταση», είτε με την απροκάλυπτη δολοφονική βία είτε με την συγκαλυμμένη εθνικιστική και μισάνθρωπη κραυγή.

Εμείς τον θάνατο δεν θα τον συνηθίσουμε ποτέ. Δεν θα πάψουμε να βλέπουμε μέσα στον κάθε άνθρωπο, τον κυνηγημένο, τον καταπιεσμένο, τον εξαθλιωμένο, όλη την ανθρωπότητα. Δεν θα ξεχάσουμε ποτέ ότι το κύριο σύνθημα των φασιστών ήταν: «Ζήτω ο θάνατος». Και σήμερα, ο θάνατος είναι σε πρώτο πλάνο, τον μεταδίδουν απευθείας οι ίδιοι οι παραγωγοί και έμποροί του.

Μαζί μας είναι κι άλλοι, διασκορπισμένοι στα πλήθη της αδράνειας και της απάθειας, που καταλαβαίνουν τι σημαίνει ξεριζωμός, πείνα, αλληλεγγύη. Που δεν αποδέχονται τον κανόνα του νεοφιλελεύθερου δόγματος: οι ισχυροί να γίνονται ισχυρότεροι, ενώ οι φτωχοί και οι κατατρεγμένοι να πασχίζουν για την επιβίωσή τους. Που αντιμάχονται την εξουσία και τους υπηρέτες της, την εκμετάλλευση και τους ηγεμόνες της. Που στήνουν οδόφραγμα στις ρατσιστικές και φασιστικές επιθέσεις. Που αυτοοργανώνονται σε αυτόνομα δίκτυα και ομάδες συντονισμού για να μοιραστούν με τους μετανάστες και τις μετανάστριες φαγητό, ρούχα, είδη πρώτης ανάγκης, ανθρωπιά, αλληλεγγύη, δικαιοσύνη, αξιοπρέπεια, ελευθερία.

Να ρίξουμε σύνορα, φράχτες και τείχη που οδηγούν στο θάνατο

Να κατέβουμε στα λιμάνια, στους δρόμους, στις γειτονιές

Να μοιραστούμε με τους μετανάστες και τις μετανάστριες ανάγκες και ελπίδες

Αντιφασίστες-αντιφασίστριες από τις γειτονιές του κέντρου της Αθήνας